Τα Λιβάδια
Είναι ένα σπάνιο φυσικό τοπίο, μία ορεινή όαση, εκπάγλου ομορφιάς, με το οποίο η φύση έδειξε την εύνοιά της στο Περτούλι. Έκταση οκτακοσίων περίπου στρεμμάτων, μία κοινωνία στην οποία ζουν αρμονικά ένα πλήθος αγριολούλουδων, αγριόχορτων, εντόμων, πουλιών, ζώων που βόσκουν στο παχύ χορτάρι όπως, γελάδια, πρόβατα, άλογα των Περτουλιωτών.
Αλλάζουν χρώμα και φορεσιά ανάλογα με τις εποχές και τις καιρικές καταστάσεις: ανοιχτόχρωμο, φρέσκο πράσινο, κίτρινο, κόκκινο, λευκό, βαθύ πράσινο. Ανάλογα αλλάζουν ο ευωδιές: τρυφερό πράσινο ή ξεραμένο χορτάρι, μέντα, αγριοδυόσμο και άλλα.
Έτσι όπως διασχίζει κανείς κατά μήκος το θαυμάσιο αυτό τοπίο, είτε με τη χειμερινή κάτασπρη φορεσιά, που κόβεται από τους ελιγμούς του Ξεριά, και περιβάλλεται από ψηλά άσπρα τείχη τα βουνά του Κόζιακα, της Βίγγας, της Μπουντούρας και της Μαρόσας στο βάθος, είτε με την ανοιξιάτικη, καλοκαιρινή και φθινοπωρινή όψη με λογής-λογής μοσχοβολιές και χρώματα, είτε με καταγάλανο ουρανό και λαμπρό ήλιο, είτε με μουντό γλυκό και μελαγχολικό στερέωμα, δεν μπορεί παρά να νοιώσει ότι ο σκοπός της ζωής εδώ ολοκληρώνεται, ότι κάπως έτσι είναι τα παραδείσια τοπία.
Θα αισθανθεί προνομιούχος, χαρά και αγαλλίαση, το βλέμμα θα γλυκάνει, η μορφή θα δείξει χαλαρή και ξεκούραστη.
Εδώ η φαντασία θα τρέξει και θα αναπλάσει εικόνες που αποτύπωσαν γεγονότα, ευχάριστα και θλιβερά, στο πέρασμα των αιώνων, στον ίδιο αυτόν τόπο.
Τον εθνομάρτυρα - εθναπόστολο Κοσμά τον Αιτωλό, που δίδαξε σε πλήθος κόσμου του Περτουλίου και Περλιάγκου το 1778. Τη συμπλοκή των καπεταναίων το 1824.
Τον ξυλοδαρμό μέχρι θανάτου των αγροφυλάκων την περίοδο του εμφυλίου. Τα ανταμώτατα βλάχων και σαρακατσάνων τα τελευταία χρόνια.
Ταυτόχρονα θα προδιαγράψει τη συνέχεια της ζωής του χώρου αυτού, με ερωτηματικά, με ελπίδες, με φόβους, επειδή οι έννοιες του χώρου αυτού, με ερωτηματικά, με ελπίδες, με φόβους, επειδή οι έννοιες αξιοποίηση και ανάπτυξη έχουν ξεχωριστή σημασία για τον καθένα.
Ο Ξεριάς
Είναι το Περτουλιώτικο ποτάμι που πηγάζει από το Βαλόρεμα, σημαντική πηγή και τροφοδότης του Αχελώου, μαζεύει όλα τα νερά των ρεμάτων στο διάβα του, σμίγει με το Καμνιαΐτικο και συνεχίζει στον Αχελώο.
Η κοίτη του σε μεγάλα τμήματα πλατιά, με αμμουδερές νησίδες, με χοντρές άσπρες στρογγυλές λείες πέτρες, καθώς και σκούρες μεγάλες πλακανίθρες στα στενέματα, με περίεργα φυσικά σχήματα.
Τα αμμουδερά σημεία είναι κατάφυτα από ιτιές και πλατάνια. Τα νερά του κάπου ρηχά, κάπου βαθιά, πότε ήρεμα πότε φουρτουνιασμένα, ορμητικά, καταρρακτώδη και βουερά, φιλοξενούν πέστροφες, μπριάνες, χέλια, βατράχια, νεροφίδες, μουρμουρίτσες.
Οι όχθες σκεπασμένες από διάφορους θάμνους και αρωματικά φυτά. Τα διάφορα πουλιά κοτσύφια, κιργιαρίνες, τσικλιτάρες, στριγαλινά, τσαλαπετεινοί, αγριοπερίστερα και πολλά άλλα πηγαινοέρχονται χαρούμενα, παιχνιδίζουν, βουτάνε τις μύτες στο νερό, φλερτάρουν ή λουφάζουν έντρομα στους θάμνους της ποταμιάς και στα δένδρα του δάσους, προσπαθώντας να γλιτώσουν από τα νύχια των σαϊνιών, που παραμονεύουν υπομονετικά.
Στις παρόχθιες μικροεξοχές, παλιοί Περτουλιώτες και Καλόγεροι του Μοναστηριού της Αγίας Κυριακής, είχαν κτίσει νεροπρίονα, νερόμυλους και μαντάνια ή ντριστέλες. Νεροπρίονο υπήρχε στην Καρπούζα, το πιο παλιό και στο ρέμα της Αγίας Κυριακής, όπου έμεινε η ονομασία Παλιοπρίονο. Σήμερα δεν υπάρχει τίποτα παρά ελάχιστα σημάδια από ένα μύλο.
|