Το ονομαστό Γεφύρι της Πλάκας, είναι ένα από τα ωραιότερα, μεγαλύτερα και γνω-στότερα πέτρινα γεφύρια που βρίσκονται στην Ελλάδα, με επιβλητικό τόξο ανοίγματος 40 μέτρων. Διαθέτει, επίσης, εκατέρωθεν δύο μικρά, ανακουφιστικά τόξα, ανοίγματος 6 μέτρων.
Εχει συνολικό μήκος 61 μέτρα, η κεντρική καμάρα είναι 40 μέτρα, το μέγιστο ύψος 21 μέτρα και το πλάτος στην κορυφή είναι 3,20 μέτρα.
Γεφυρώνει τον Αραχθο ποταμό και βρίσκεται στα ιδιοκτησιακά όρια του νομού Αρτας και του νομού Ιωαννίνων, στο συνοικισμό Πλάκας Ραφταναίων.
Με την κατασκευή του, διευκόλυνε σε μεγάλο βαθμό, τις μετακινήσεις των κατοίκων των χωριών της περιοχής που είναι κτισμένα στις πλαγιές των Τζουμέρκων και των μεγάλων κοπαδιών των νομάδων της περιοχής που ήταν αναγκασμένοι να περάσουν τον ορμητικό Αραχθο.
Το ιστορικό γεφύρι της Πλάκας είναι αριστούργημα λαϊκής αρχιτεκτονικής, έργο Τζουμερκιωτών μαστόρων με εξαιρετική τεχνική άξια θαυμασνού.
Το έχτισε ο πρωτομάστορας Κωνσταντίνος Μπέκας το 1866. Θεωρείται η ωραιότερη γέφυρα των Βαλκανίων και η τρίτη στην Ευρώπη.
Η πρώτη απόπειρα κατασκευής του, πραγμα-τοποιήθηκε το 1863, αλλά την ημέρα των εγκαινίων του κατέρρευσε, μπροστά στα έκπληκτα μάτια των παρευρισκομένων.
Στη συνέχεια το 1866, κατασκευάστηκε το γεφύρι που υπάρχει μέχρι σήμερα. Τα έξοδα κατασκευής του ανέλαβαν ο Ιωάννης Λούλης από την Αετορράχη, ο Αναγνώστης Λύτρας και ο Ιωάννης Ρήγκας από Πράμαντα, ο Αναγνώστης Μάρος από τους Μελισσουργούς, η κοινότητα Πραμάντων και Μελισσουργών, ενώ η κοινότητα Αγνάντων προσέφερε την ξυλεία για τις σκαλωσιές του οικοδομήματος. Ακόμη γειτονικές κοινότητες διέθεσαν σημαντικά χρηματικά ποσά και προσωπική εργασία.
Για το χτίσιμο του γεφυριού υπάρχει η παράδοση ότι στέριωσαν άνθρωπο στα θεμέλιά του. Αλλοι ισχυρίζονταν ότι έβαλαν έναν Τούρκο κι άλλοι μια επιληπτική κοπέλα από το χωριό Μονολίθι.
Υπέστη σοβαρή ζημιά από απόπειρα καταστροφής της από τμήματα των Γερμανικών κατοχικών δυνάμεων το 1944.
Σε κοντινή απόσταση από το γεφύρι βρίσκεται το παλιό Χάνι που υπεγράφη το "σύμφωνο της Πλάκας", μεταξύ των αντιστασιακών οργανώσεων Ε.Δ.Ε.Σ. και Ε.Λ.Α.Σ. (η περιοχή υπήρξε σύνορο ΕΛΑΣ - ΕΔΕΣ από το 1943 έως το 1944), για παύση των μεταξύ τους εχθροπραξιών, κατά την διάρκεια της κατοχικής περιόδου.