Ο Πύργος της Ουρανούπολης βρίσκεται στο ΝΑ άκρο του
χωριού.
Θεωρείται ότι υπήρχε ήδη το 1344,
αλλά μάλλον είναι παλαιότερος και πιθανώς, κτίστηκε
σε θέση παλαιότερης εγκατάστασης. Εδώ φιλοξενήθηκε, το Μάιο του 1379 ο "Δεσπότης" (βασιλεύς) της Θεσσαλονίκης Ιωάννης Παλαιολόγος
και κατά την εδώ παραμονή του απήλλαξε τον πύργο από τις φορολογικές υποχρεώσεις.
Κατά τον σεισμό του 1585 έπαθε σοβαρές ζημιές με αποτέλεσμα να ακολουθήσουν εκτεταμένες επισκευαστικές
εργασίες. Στη συνέχεια και κατά τον Αύγουστο του 1858 άρχισαν εκτενείς επισκευαστικές και ανακατασκευαστικές
εργασίες, δίνοντας την τελική του μορφή που βλέπουμε μέχρι σήμερα.
Στο βυζαντινό πύργο ανήκει όλο το κάτω μέρος του
πέτρινου κτίσματος, εκτός των δύο τελευταίων ορόφων.
Οι δύο τελευταίοι όροφοι, καθώς και ένας ακόμα
που χάθηκε, χρονολογούνται στην τουρκοκρατία,
πιθανότατα μετά το σεισμό του 1585.
Το ξύλινο εσωτερικό του πύργου, μαζί με τη σημερινή
στέγη του, ανήκουν στην ανακατασκευή του 19ου
αιώνα, η οποία φαίνεται ότι ολοκληρώθηκε το 1862.
Ακολούθησε η κατασκευή της εξωτερικής σκάρπας,
δηλαδή του λοξού τοίχου αντιστήριξης. Σήμερα,
μετά τις πρόσφατες εργασίες αποκατάστασης το εσωτερικό
του πύργου διατηρείτε με τις αυθεντικές κατασκευές
του 19ου αιώνα.
Στον εξωτερικό χώρο της ανατολικής πλευράς του πύργου
είναι προσαρτημένος μπαρμπακάς (οχυρός περίβολος),
ο οποίος μάλλον είναι πρόσκτισμα της πρώιμης τουρκοκρατίας
με μεταγενέστερες επισκευές. Οι σημερινοί χώροι
κατοικίας και αποθηκών στο εσωτερικό του μπαρμπακά
πρέπει να έγιναν στα μέσα του 19ου αιώνα.
Στο βορειοδυτικό μέρος του
πύργου βρίσκεται το κτίριο του αρσανά, κτισμένο
το 1865, μαζί με την αποβάθρα η οποία δεν
σώζεται. Αποτελείται από τον ημιυπόγειο χώρο
φύλαξης της μετοχικής βάρκας, τις αποθήκες
στο ημιανώγειο και το προς κατοικία ανώγειο
με το χαγιάτι του.
Στο όλο κτιριακό συγκρότημα του μετοχίου προσαρμόζονταν
και πολλά άλλα κτίρια όπως αποθήκες, αχυρώνες,
ελαιουργείο, "κολληγόσπιτα", πηγάδια
κλπ), από τα οποία έχουν σωθεί μόνο δύο, σε
απόσταση 50 μ. ΝΑ του πύργου. Οι μετοχικές
εγκαταστάσεις του Προσφορίου χρησιμοποιούντο,
για πολλά χρόνια ως κατάλυμα των προσφύγων,
οι οποίοι ίδρυσαν την Ουρανούπολη το 1923.
Μονή Ζυγού - Φραγκόκαστρο
Τα ερείπια της άλλοτε αγιορείτικης Μονής του
Ζυγού (Φραγκόκαστρο) βρίσκονται στην περιοχή
της σημερινής Ουρανούποληςς, περίπου σαράντα
μέτρα έξω από την σημερινή οριογραμμή του
Αγίου Όρους. Είναι ένα αρχαίο αγιορειτικό
μοναστήρι, το οποίο ιδρύθηκε στα μέσα του
10ου αι. και καταστράφηκε λίγο πριν από το
1198. Σώζεται όλος ο οχυρωματικός του περίβολος,
ενισχυμένος με δέκα πύργους, ο οποίος περιβάλλει
έκταση 5,5 στρεμμάτων.
Η
πρώτη γνωστή αναφορά "του Ζυγού"
στην χερσόνησο του Άθω, προέρχεται από έγγραφο
του 942. Πρόκειται μάλλον για βασικό τοπογραφικό
σημείο αναφοράς στην περιοχή, χωρίς όμως να
διευκρινίζεται αν ήταν τόπος, χωριό η μονή.
Το 991 φαίνεται ότι είχε ιδρυθεί ήδη η μονή
του Ζυγού, για την οποία όμως η πρώτη μαρτυρία
είναι μόλις του 996 και ήταν αφιερωμένη στον
Προφήτη Ηλία.
Κατά τον 11ον αιώνα η Μονή θεωρείτο σαν μία
από τις σημαντικότερες μονές, αλλά το 1199
ήταν ήδη έρημη και παραχωρήθηκε, σαν μετόχι,
από τον αυτοκράτορα Αλέξιο Γ΄ Άγγελο στην
επανασυσταθείσα,
τότε, μονή του Χελανδαρίου. Περί το 1206 εγκαταστάθηκε στο κάστρο του
Ζυγού ένας Φράγκος άρχοντας με τους στρατιώτες
του, ο οποίος εξορμούσε από εκεί και λεηλατούσε
το Άγιον Όρος, ώσπου το 1211, με παρέμβαση
του Πάπα της Ρώμης εκδιώχθηκε από την περιοχή.
Ανασκαφικές έρευνες έδειξαν ότι η Μονή κτίσθηκε
σε θέση όπου προϋπήρχαν εγκαταστάσεις από
τον 4ον π.Χ. μέχρι και τον 6ον μ.Χ. αιώνα. Τα κτίρια αποτελούνται από τον παλαιό πυρήνα,
ο οποίος διπλασιάσθηκε με επέκταση προς ανατολάς.
Το
Καθολικό άρχιζε να κτίζεται στις αρχές του 11ου αιώνα.
Αρχικά
κτίστηκε ο τετρακιόνιος ναός, με τον στενό
νάρθηκα του. Αργότερα προστέθηκε το βόρειο
παρεκκλήσι με τον κτητορικό τάφο, στην συνέχεια
προστέθηκε ο εξωνάρθηκας και τέλος το νότιο
μονόχωρο τρουλλαίο παρεκκλήσι με τον κτητορικό
τάφο.
Η ολοκλήρωσή του πραγματοποιήθηκε με την κατασκευή
τριών επισήμων τάφων σε επαφή με τον νότιο
τοίχο του Καθολικού.
Οι τοίχοι του ναού σώζονται σε ύψος από 2
έως 4
μέτρα.
Τα μαρμάρινα αρχιτεκτονικά τμήματά
του, εξαιρετικά
έργα, όσα δεν λεηλατήθηκαν, έμειναν διαμελισμένα.
Οι τέσσερις κίονες, που συγκρατούσαν τον τρούλο,
απουσιάζουν σε αντίθεση το μαρμάρινο διάφραγμα
του βορείου διλόβου ανοίγματος του κυρίως
ναού, που διατηρείται στην θέση του, σχεδόν
ακέραιο.
Στον νάρθηκα έχουν διατηρηθεί τμήματα από
την μεγάλη παράσταση του Ευαγγελισμού ενώ
στο νότιο παρεκκλήσι παράσταση με ολόσωμο
ιεράρχη, πιθανότατα του Αγίου Νικολάου.
Τα δάπεδα του Καθολικού και του βορείου παρεκκλησίου
στολίζονται με μαρμαροθετήματα, που σώζονται
σε ικανοποιητική κατάσταση, μάλλον έργα του
11ου αιώνα.
Από τα ανασκαφικά μικροευρήματα, χαρακτηριστικά
είναι τα τρία μολυβδόβουλλα του 11ου αι.,
κλείστρα βιβλίων, ένα αργυρό επίχρυσο μετάλλιο
με χαρακτή παράσταση της αγίας Παρασκευής,
μία μικρότατη σφραγίδα- εγκόλπιο με παράσταση
Αρχαγγέλου, υάλινες ψηφίδες από εντοίχιο ψηφιδωτό,
χάλκινες βελόνες και δακτυλήθρες, μαχαίρια,
νομίσματα 11ου και 12ου αι., εφυαλωμένη κεραμική
και υάλινα αγγεία της ίδιας εποχής.
Το σύνολο του
περιεχομένου και των υπηρεσιών του hotelsline.gr
διατίθεται στους επισκέπτες αυστηρά για προσωπική
χρήση.
Απαγορεύεται η χρήση ή επανεκπομπή του, σε οποιοδήποτε
μέσο, μετά ή άνευ επεξεργασίας, χωρίς γραπτή άδεια.